Σήμερα το Βράδυ είχα ένα από κείνα τα λίγα όνειρα που με συντάραξαν...
Ονειρεύτηκα πως είχα γυρίσει σε κάτι που έμμοιαζε με το παλιό μου σχολείο (Σε αυτά μου τα όνειρα σπάνια ο τόπος είναι κάποιος πραγματικός, απλά μοιάζει σε κάποιον πραγματικό), και ότι είχα επιτέλους πάρει αυτή που αγαπώ από το χέρι, της είχα εξηγήσει τα πάντα και την είχα φιλήσει...
Εκείνη η αίσθηση... Αχ! Που να πάρει... Σχεδόν ψήνομαι να πάω και να το κάνω, γαμώτο... Σχεδόν ψήνομαι να πάω και να πάρω το πρώτο αεροπλάνω για την άλλη άκρη της χώρας, να τη βρω, να την αρπάξω... Αλλά η φωνή της ξυπνητής μου λογικής, ο δολοφόνος όλων των ονείρων, μου ψιθυρίζει: "Άστο... Είναι για κείνη καλύτερα έτσι όπως είναι τα πράγματα..." Και γω υπακούω σκύβοντας την κούτρα, προσπαθώ να μη ζω στο παρελθόν ή το μέλλον, αλλά στο παρόν, και περιμένω εκείνη την ημέρα που-ίσως-όλα τα παραπάνω θα γίνουν...
Ακόμα νιώθω όμως το χέρι της στον ώμο μου, τα χείλη της πάνω στα δικά μου, ακόμη βλέπω το χαμόγελό της και τα μάτια της, απλλαγμένα από τις σκιές που συνήθως τα σκεπάζουν, και μου έρχεται να κλάψω από την αίσθηση της απουσίας και του απραγματοποίητου...
Γαμώτο... Τελικά, Οι Μητροπάνος και Πασχαλίδης έχουν δίκιο όταν λένε στις "Πεθαμένες Καλησπέρες": "ότι πιότερο αγαπάμε, μας πληγώνει πιο βαθιά"...